- συνανακειμένοις
- вместе возлежащим
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.
συνανακειμένοις — συνανάκειμαι recline together perf part mp masc/neut dat pl συνανάκειμαι recline together pres part mp masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)